Χαρακτηριστικά ευρήματα του οικισμού αποτελούν τα πήλινα αγγεία που διακρίνονται τόσο για την ποσότητα όσο και για την ποιότητά τους. Μεγάλες ποσότητες κεραμικής αποκαλύπτονται σε όλη την έκταση της τούμπας. Ταξινομούνται αρχικά σε δύο βασικές κατηγορίες, στα “ντόπια” (ο όρος δεν αναφέρεται μόνο στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου αλλά και στην ευρύτερη περιοχή) και στα εισαγμένα. Ιδιαίτερη ομάδα αποτελούν οι εμπορικοί αμφορείς, ο αριθμός των οποίων είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός. Το χρονικό διάστημα που καλύπτουν τα κεραμικά ευρήματα είναι από τον 15ο-14ο αι. π.Χ. μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους, με τον κύριο όγκο τους να χρονολογείται στα αρχαϊκά χρόνια (7ος-6ος αι. π.Χ.).
Εισαγμένη κεραμική
Τα εισαγμένα αγγεία διακρίνονται για την ποικιλία των σχημάτων αλλά και για το μεγάλο αριθμό των κεραμικών εργαστηρίων που εκπροσωπούν, γεγονός που μαρτυρεί τις πλούσιες εμπορικές σχέσεις του οικισμού στο Καραμπουρνάκι με το υπόλοιπο Αιγαίο και τον αρχαίο κόσμο γενικότερα. Τα πρωιμότερα εισαγμένα αγγεία, με εξαίρεση ίσως ορισμένα μυκηναϊκά όστρακα, ανήκουν στους γεωμετρικούς χρόνους (9ος-8ος αι. π.Χ.) και προέρχονται κυρίως από την Εύβοια, την Ανατολική Ελλάδα και την Αττική.
Οι εισαγωγές των αρχαϊκών χρόνων διακρίνονται όχι μόνο για την κατά πολύ μεγαλύτερη ποσότητά τους αλλά καλύπτουν ταυτόχρονα και ευρύτερο γεωγραφικό χώρο. Τα εργαστήρια τηςΑνατολικής Ελλάδας φαίνεται να κατέχουν την κύρια θέση τουλάχιστον για τον 7ο αι. π.Χ., χωρίς ωστόσο να παρατηρείται μείωση της παρουσίας τους και κατά τον επόμενο αιώνα. Η Μίλητος, η Σάμος αλλά και η βόρεια Ιωνία και η Χίος μαζί με αιολικές περιοχές, αποτελούν μερικά από τα πιο χαρακτηριστικούς τόπους εισαγωγής κεραμικών προϊόντων της Ανατολικής Ελλάδας. Όσον αφορά τις κατηγορίες της κεραμικής, οι “κύλικες με πουλιά”, τα αγγεία του “ρυθμού των αιγάγρων”, οι χιώτικοι κάλυκες και οι ιωνικές κύλικες έχουν την πιο αισθητή παρουσία. Εδώ θα πρέπει να αναφερθούν και τα αγγεία της κατηγορίας G2-3 Ware, το κέντρο παραγωγής των οποίων τοποθετείται κάπου στο ΒΑ Αιγαίο. Ως προς τα σχήματα κυριαρχούν κρατήρες, λέβητες, πινάκια, κύλικες και σαμιακές λήκυθοι.
Η Κόρινθος εκπροσωπείται ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. με πολύ μικρό αριθμό δειγμάτων πρωτοκορινθιακής κεραμικής. Οι κορινθιακές εισαγωγές αυξάνονται σημαντικά κατά τον 6ο αι. π.Χ. και διακρίνονται για την ποικιλία των σχημάτων τους. Πολύ συχνά είναι τα μικρού σχήματος αγγεία (όπως αρύβαλλοι, αλάβαστρα, κοτύλες, οινοχόες, φιάλες, εξάλειπτρα), αλλά έντονη είναι και η παρουσία των κιονωτών κρατήρων, ήδη από την πρώιμη Μέση Κορινθιακή περίοδο. Ορισμένοι μάλιστα κρατήρες είναι έργα σημαντικών αγγειογράφων του κορινθιακού Κεραμεικού και παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο από τεχνοτροπική όσο και από εικονογραφική άποψη.
Στον 6ο προχριστιανικό αιώνα παρατηρούνται και εισαγωγές από τη Λακωνία με κύριο χαρακτηριστικό σχήμα τους μελαμβαφείς κρατήρες χαλκιδικού τύπου. Η παρουσία της λακωνικής κεραμικής στο χώρο είναι ιδιαίτερης σημασίας, καθώς τα αγγεία αυτά είναι σχετικά σπάνια στο βορειοελλαδικό χώρο και συναντούνται κυρίως σε περιοχές που είχαν σχέσεις με τη Σπάρτη.
Ο Αττικός Κεραμεικός εκπροσωπείται κυρίως με μελανόμορφα αγγεία που χρονολογούνται κυρίως στα τέλη του 6ου με αρχές του 5ου αι. π.Χ., αν και υπάρχουν ορισμένα που ανήκουν στο πρώτο μισό του 6ου αι. π.Χ. Περιορισμένος είναι ο αριθμός των ερυθρόμορφων αγγείων του 5ου αι. και των μελαμβαφών του 5ου και 4ου αι. π.Χ.
“Ντόπια” Κεραμική
Πλούσια είναι η ντόπια κεραμική της περιοχής που διακρίνεται στη γνωστή “κεραμική εποχής του Σιδήρου” (π.χ. φιάλες, οινοχόες, χυτροειδή) και στη γραπτή κεραμική με γεωμετρικά και υπογεωμετρικά μοτίβα που μιμούνται τα αντίστοιχα εισαγμένα αγγεία.
Η ακμή και της εγχώριας κεραμικής παραγωγής παρατηρείται στα αρχαϊκά χρόνια (7ος-6ος αι. π.Χ.). Ανάμεσα στις κατηγορίες που ξεχωρίζουν είναι
α) η λεγόμενη “ασημίζουσα” κεραμική που χαρακτηρίζεται από αγγεία κυρίως μεγάλων διαστάσεων,
β) οι οινοχόες που διακοσμούνται με πλατιές καστανές ταινίες,
γ) οι στιλβωτές οινοχόες (πολύ χαρακτηριστικές στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας),
δ) οι υδρίες με ταινιωτή διακόσμηση,
ε) τα σταμνοειδή με ταινιωτή διακόσμηση,
στ) οι λέβητες με γεωμετρικά μοτίβα,
ζ) τα “ιωνίζοντα ωοκέλυφα” αγγεία με ερυθρό ή καστανό γάνωμα και
η) τα μαγειρικά σκεύη.
Επιδράσεις της κεραμικής της Ανατολικής Ελλάδας παρατηρούνται στη διακόσμηση και τα σχήματα πολλών εγχώριων αγγείων. Κατά κανόνα ο πηλός της “ντόπιας” παραγωγής είναι ανοικτός καστανός με πολλή μίκα και άλλες προσμίξεις.
Εμπορικοί αμφορείς
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα ευρήματα για τον εμπορικό χαρακτήρα του οικισμού κατέχουν οι μεγάλοι οξυπύθμενοι αμφορείς που προέρχονται από διάφορες περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Τα αγγεία αυτά προορίζονταν για το εμπόριο και ειδικότερα για τη μεταφορά λαδιού και κρασιού. Ανάμεσα στα πολυάριθμα παραδείγματα τέτοιων εμπορικών αμφορέων που αποκαλύπτονται στο Καραμπουρνάκι, διακρίνονται αυτοί που έχουν τόπο προέλευσης την Αθήνα, Κόρινθο, Μένδη, Θάσο, Χίο, Σάμο, Λέσβο και πόλεις της Μικράς Ασίας (π.χ. Μίλητος, Κλαζομενές). Οι παλιότεροι από αυτούς χρονολογούνται στον 8ο αι. π.Χ. και οι νεότεροι στον 5ο αι. π.Χ. Ορισμένοι φέρουν γραπτές (dipinti) ή χαρακτές (graffiti) επιγραφές που φανερώνουν την εμπορική τους χρήση.